Στον 21ο αιώνα οι μάχες δεν διεξάγονται πλέον μόνο σε φυσικά μέτωπα, αλλά και στον έντονο και περίπλοκο κόσμο της κυβερνοχώρας. Στη σημερινή, ακατάπαυστη κουλτούρα των μέσων ενημέρωσης και του διαδικτύου, ο πόλεμος δεν διεξάγεται μόνο στο πεδίο της μάχης. Ο πληροφοριακός πόλεμος (information warfare) έχει εμφανιστεί ως ένα ισχυρό και συχνά κρυφό εργαλείο στα χέρια κρατών, μη κρατικών παραγόντων και κακόβουλων οντοτήτων που επιδιώκουν να χειραγωγήσουν, να ελέγξουν και να διαταράξουν τη ροή των πληροφοριών για πολιτικούς, οικονομικούς ή ιδεολογικούς λόγους.
Οι επιχειρήσεις ανταλλαγής πληροφοριών μπορούν να λάβουν πολλές μορφές κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων. Παραδοσιακά, “οι επιχειρήσεις πληροφοριών”, επίσης γνωστές ως “επιχειρήσεις επιρροής”, περιλαμβάνουν τη συλλογή τακτικών πληροφοριών σχετικά με έναν αντίπαλο, καθώς και τη διάδοση της προπαγάνδας για την επίτευξη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος έναντι του αντιπάλου. Αυτός ο ορισμός είναι εφαρμοστέος τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικό πλαίσιο. Οι παραδοσιακές τεχνικές επιρροής (π.χ. έντυπα μέσα ενημέρωσης, ραδιόφωνο, ταινίες και τηλεόραση) έχουν πλέον επεκταθεί στον κυβερνοχώρο μέσω της δημιουργίας του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Σύμφωνα με τον Payne, η νίκη στους σύγχρονους πολέμους εξαρτάται τόσο από την ήττα του εχθρού στο πεδίο της μάχης όσο και από την εδραίωση αυτής της νίκης στην εγχώρια και διεθνή κοινή γνώμη. Οι παράγοντες που διαμορφώνουν, επηρεάζουν και εδραιώνουν αυτή την κοινή γνώμη είναι πολυάριθμοι και συμπεριλαμβάνουν τις προσπάθειες ελέγχου των ροών των πληροφοριών από δημοσιογράφους και πολίτες έως και από ένοπλες ομάδες και στρατούς.
Τί είναι όμως ο πληροφοριακός πόλεμος;
Ο Thomas Rona, ένας από τους πρώτους υποστηρικτές της θεωρίας του “information warfare” προσέφερε τον ακόλουθο ορισμό: “Οι σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο ανταγωνισμοί σε όλο το φάσμα των συγκρούσεων -της ειρήνης, του ξεσπάσματος της κρίσης και της κλιμάκωσης της κρίσης, της ένοπλης σύγκρουσης και του πολέμου, του τερματισμού του πολέμου και τέλος της ανασυγκρότησης/αποκατάστασης, που διεξάγονται μεταξύ ανταγωνιστών, αντιπάλων ή εχθρών που χρησιμοποιούν μέσα πληροφόρησης για
την επίτευξη των στόχων τους”. Φυσικά ακόμη κι αυτός ο ορισμός καταλήγει να είναι υπερβολικά ευρύς- με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, περιλαμβάνει τις περισσότερες ανθρώπινες δραστηριότητες.
Με λίγα λόγια ο πληροφοριακός πόλεμος είναι ο πόλεμος που χαρακτηρίζεται από τη χρήση τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών. Πρόκειται για ένα ταχέως αναπτυσσόμενο φαινόμενο, το οποίο θέτει μια σειρά από ζητήματα που κυμαίνονται από τη στρατιωτική χρήση των εν λόγω τεχνολογιών έως τις πολιτικές και ηθικές επιπτώσεις του. Συχνό φαινόμενο είναι πλέον και οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο κατά ξένων πολιτικών θεσμών, συμπεριλαμβανομένων προσπαθειών επηρεασμού των εκλογικών αποτελεσμάτων μέσω του επηρεασμού των ψηφοφόρων. Ωστόσο, η κρατικά χρηματοδοτούμενη έρευνα στον κυβερνοχώρο έχει επικεντρωθεί μέχρι στιγμής περισσότερο σε επιχειρήσεις που έχουν σχεδιαστεί για να αποφέρουν ένα άμεσο στρατιωτικό πλεονέκτημα παρά ως ένα λεπτό εργαλείο επιρροής.
Φυσικά τόσο η κρατικά χρηματοδοτούμενη προπαγάνδα όσο και η παραπληροφόρηση υπάρχουν από τότε που υπάρχουν κράτη. Η μεγάλη διαφορά στον 21ο αιώνα είναι η ευκολία, το χαμηλό κόστος αλλά και η αποτελεσματικότητα αυτών των πρακτικών. Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι παγκοσμίως βασίζονται στο Διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως την πρωταρχική τους πηγή ειδήσεων και πληροφοριών, αυτά έχουν αναδειχθεί ως ιδανικός φορέας επιθέσεων κατά της πληροφορίας.
Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ως Αγωγοί Information Warfare
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα;
Σύμφωνα με τον διδάκτορα Αντώνη Καλογερόπουλο, το περασμένο έτος χαρακτηρίστηκε για άλλη μια φορά από πολωτικές συζητήσεις σχετικά με τη σχέση μεταξύ πολιτικής και μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα, γεγονός φυσικά που εντάθηκε λόγω της παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου. Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, η κυβέρνηση και τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης προσέφεραν και πάλι δύο ριζικά αντίθετες αφηγήσεις σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και, ευρύτερα, την κατάσταση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. Από τη μία πλευρά, η κυβέρνηση επικαλείται τον Δείκτη Δημοκρατίας του Economist Intelligence Unit, ο οποίος για πρώτη φορά από το 2008, αναβάθμισε την Ελλάδα από “ελαττωματική” σε “πλήρη” δημοκρατία. Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση επικαλείται τις καταδικαστικές αξιολογήσεις του Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου από τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF) καθώς και ένα πρόσφατο ψήφισμα που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αναφέρει ανησυχίες για το κράτος δικαίου και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα.
Εν ολίγοις, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ινστιτούτου Reuters για τη Μελέτη της Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης σχετικά με την ενημέρωση στο Διαδίκτυο (2024 Digital News Report), η ελληνική αγορά μέσων ενημέρωσης χαρακτηρίζεται από έναν ιδιαίτερα υψηλό βαθμό συγκέντρωσης των μέσων ενημέρωσης, εκτεταμένη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για ενημέρωση και το χαμηλότερο ποσοστό εμπιστοσύνης στις ειδήσεις μεταξύ των 47 χωρών-δειγμάτων της έρευνας, κυρίως λόγω της πολιτικής πόλωσης και των ανησυχιών για αθέμιτη επιρροή από πολιτικούς και ισχυρούς επιχειρηματίες.
Συγκεκριμένα, οι περισσότεροι Έλληνες συνεχίζουν να χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο για την ενημέρωσή τους (61%), ωστόσο οι πλατφόρμες που χρησιμοποιούν αλλάζουν. Το Facebook χρησιμοποιείται πλέον για ειδήσεις μόνο από το 44% των Ελλήνων που είναι online, από 68% το 2016. Εν τω μεταξύ, το Instagram και το TikTok χρησιμοποιούνται πλέον όλο και περισσότερο για ειδήσεις, 20% και 14% αντίστοιχα, ιδίως από το νεανικό κοινό.
Καθώς όμως η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για ενημέρωση γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη, παρατηρείται ένα φαινόμενο που οι ειδικοί ονομάζουν “ομοιοφιλία”. Οι χρήστες δηλαδή τείνουν να εγκλωβίζονται σε συγκεκριμένα, ασυνείδητα επιλεγμένα από τους ίδιους, γκρουπ, με συνέπεια οι ειδήσεις να μοιράζονται σχεδόν αποκλειστικά ανάμεσα σε ομοϊδεάτες χρήστες και οι ειδήσεις που τους προβάλλονται, να “κόβονται και να ράβονται” ανάλογα με τις ήδη προδιαμορφωμένες προτιμήσεις και απόψεις τους.
Εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια, η συμβουλευτική εταιρεία Edelman διεξήγαγε έρευνες σε όλο τον κόσμο σχετικά με την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι πολίτες σε διάφορους θεσμούς. Ένα από τα βασικά ευρήματα της εταιρείας είναι μια αντιστροφή της παραδοσιακής επιρροής. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις δηλώσεις του CEO της εταιρείας στο Φεστιβάλ Ιδεών του Aspen πριν λίγα χρόνια, πολλοί άνθρωποι στις μέρες μας είναι πιθανό να υποδείξουν “ένα άτομο σαν εμένα” – έναν φίλο ή, ας πούμε, έναν φίλο στο Facebook- ως την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών. Μάλιστα, όποιος πληροί τα κριτήρια της περιγραφής “άτομο σαν εμένα” θεωρείται πλέον “δύο φορές πιο αξιόπιστος από έναν κυβερνητικό ηγέτη”. Η επιρροή λοιπόν δεν κινείται πια από πάνω προς τα κάτω αλλά πλαγίως. Αυτός αποτελεί και έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους στον τομέα της ενημέρωσης, το TikTok και to Instagram αποτελούν πλατφόρμες στις οποίες κυριαρχούν προσωπικότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
“Hacking” της Δημοκρατίας
Με λίγα λόγια έχουμε πλέον εισέλθει με μια εποχή τόσο αποτελεσματικής ηλεκτρονικής πειθούς και προσωποποιημένης προπαγάνδας που φράσεις όπως ο όρος “democracy hacking”- “χακάρισμα της Δημοκρατίας” είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς. Ο όρος αυτός δημιουργήθηκε για να περιγράψει τις περιπτώσεις όπου “επιδραστικές” επιχειρήσεις στο διαδίκτυο έχουν άμεσα κοινωνικοπολιτικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το σκάνδαλο της Cambridge Analytica και οι ξένες παρεμβάσεις στις Αμερικανικές Προεδρικές Εκλογές του 2016.
Σκάνδαλο της Cambridge Analytica
Τον Μάρτιο του 2018, οι εφημερίδες Guardian and the New York Times δημοσίευσαν από κοινού μία νέα είδηση με τίτλο: “Revealed: 50 million Facebook profiles harvested for Cambridge Analytica in major data breach.” Αυτή η είδηση αποκάλυψε αυτό που στη συνέχεια έγινε γνωστό ως σκάνδαλο της Cambridge Analytica (CA).
Η Cambridge Analytica ήταν μια βρετανική εταιρεία πολιτικής συμβουλευτικής που απέκτησε διεθνή φήμη για την εμπλοκή της σε μη εξουσιοδοτημένη συλλογή δεδομένων από εκατομμύρια χρήστες του Facebook. Αν και το επιχειρηματικό μοντέλο του Facebook θεμελιωνόταν εξαρχής στη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων με δισεκατομμύρια χρήστες και την παροχή των προσωπικών δεδομένων τους έναντι αντιτίμου- γεγονός γνωστό στα στελέχη του, το μεγαλύτερο μέρος των χρηστών δεν γνώριζε αυτή την πάγια πρακτική. Συγκεκριμένα, η Cambridge Analytica χρησιμοποίησε αυτά τα δεδομένα για να δημιουργήσει εξελιγμένα ψυχολογικά προφίλ ατόμων, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν για να τους στοχεύσει με εξατομικευμένες πολιτικές διαφημίσεις.
Το σκάνδαλο επικεντρώθηκε στη μαζική συλλογή δεδομένων 87 εκατομμυρίων χρηστών του Facebook που κατέστη δυνατή από την εφαρμογή This Is Your Digital Life του Facebook, η οποία αναπτύχθηκε από την Global Science Research (GSR) σε συνεργασία με την CA. Στα πλαίσια ενός προγράμματος που ξεκίνησε ως ακαδημαϊκό ερευνητικό έργο, η CA και η GSR προέτρεπαν τους χρήστες για να κάνουν ένα τεστ προσωπικότητας εντός της εφαρμογής, εάν επέτρεπαν να χρησιμοποιηθούν τα δεδομένα που συλλέγονταν με αυτόν τον τρόπο για έρευνα.
Εκείνη την εποχή, οι προεπιλεγμένοι όροι του Facebook επέτρεπαν να συλλέγονται έτσι και τα δεδομένα των φίλων των χρηστών στο Facebook, εκτός εάν οι χρήστες άλλαζαν τη ρύθμιση απορρήτου τους (η πρόσβαση αυτή δεν είναι πλέον διαθέσιμη). Η CA και η GSR χρησιμοποίησαν αυτά τα δεδομένα για να προσδιορίσουν τις πολιτικές πεποιθήσεις και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των χρηστών και να καθορίσουν ποιους χρήστες θα στοχεύσουν και πώς θα τους επηρεάσουν. Οι 270.000 χρήστες του Facebook που έκαναν το τεστ προσωπικότητας ως συμμετέχοντες σε ένα ακαδημαϊκό ερευνητικό έργο κατέληξαν έτσι να παρέχουν επίσης πρόσβαση στις πληροφορίες των φίλων τους στο Facebook. Δεδομένου ότι κανένας από αυτούς τους χρήστες ή τους φίλους τους στο Facebook δεν συμφώνησε να δώσει τα δεδομένα του σε μια τρίτη εταιρεία για χρήση στο μάρκετινγκ, διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη κατηγόρησαν την CA και την GSR για παραβίαση των όρων υπηρεσίας του Facebook.
Είναι πιθανό το σκάνδαλο της Cambridge Analytica να ώθησε τους ανθρώπους να αλλάξουν τις ρυθμίσεις απορρήτου τους ή να διαγράψουν τους λογαριασμούς τους στο Facebook; Ενώ οι τότε ειδήσεις ανέφεραν εκτεταμένες ανησυχίες για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στο διαδίκτυο, παράλληλα με την προτροπή για “ανάληψη δράσης”, οι περισσότεροι χρήστες του Facebook δεν αντέδρασαν καθόλου. Πρόσφατες έρευνες έχουν καταδείξει ότι οι άνθρωποι αισθάνονται εξαντλημένοι από το άκουσμα των (φαινομενικά) ατελείωτων παραβιάσεων δεδομένων στις ειδήσεις, με αποτέλεσμα να αισθάνονται ότι οι προσπάθειες τους να κάνουν οτιδήποτε για την προστασία των δεδομένων τους είναι άσκοπες (π.χ. Choi et al., 2018- Keith et al., 2014- Lee et al., 2016- Zhang et al., 2016). Αυτό το φαινόμενο, γνωστό και ως “κόπωση της ιδιωτικότητας” (Choi et al., 2018), έχει επίσης διαπιστωθεί να αναπτύσσεται όταν οι έλεγχοι της ιδιωτικότητας είναι υπερβολικά πολύπλοκοι αλλά και λόγω της συντριπτικής κοινωνικής/ψυχολογικής επιβάρυνσης που συνεπάγεται η χρήση των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης. Αυτά τα αισθήματα αυξανόμενης απώλειας του ελέγχου μπορούν επομένως να οδηγήσουν τους ανθρώπους στο να μην λαμβάνουν καθόλου μέτρα για την προστασία της ιδιωτικής τους ζωής στο διαδίκτυο.
Αμερικανικές Προεδρικές Εκλογές και ξένες παρεμβάσεις
Λίγα είναι τα επεισόδια που απεικονίζουν το φαινόμενο του “χακαρίσματος της δημοκρατίας” τόσο αποτελεσματικά όσο οι φερόμενες ρωσικές προσπάθειες για χειραγώγηση των κοινωνικών και πολιτικών διαδικασιών κατά την προεκλογική περίοδο των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του 2016.
Σύμφωνα με μία αναφορά από τον Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, η πιο χαρακτηριστική πτυχή της παρέμβασης ήταν η χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης για τη διασπορά του εθνικισμού και την ενίσχυση των τάσεων εθνικισμού στο εκλογικό σώμα. Βασικότερος στόχος της υπήρξε με λίγα λόγια η απονομιμοποίηση μιας πιθανής προεδρίας της Clinton.
Για την υποστήριξη της καμπάνιας του υποψηφίου Donald Trump χρησιμοποιήθηκε μία ευρεία γκάμα εργαλείων- από την χρήση διαδικτυακών τρολ για άνοιγμα χιλιάδων λογαριασμών με πλαστά στοιχεία στο Facebook και Twitter με σκοπό τη δημιουργία και διάδοση ψευδών ειδήσεων έως και τη στόχευση συγκεκριμένων δημογραφικών ομάδων μέσω των διαφημιστικών πλατφορμών του Facebook και του Twitter με στόχο να ενισχυθούν οι κοινωνικές εντάσεις μεταξύ τους[1].
Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια του 2016, οι δημοσιεύσεις του Donald Trump στο Twitter αναδημοσιεύτηκαν σχεδόν μισό εκατομμύριο φορές από ρωσικούς λογαριασμούς, μια αύξηση 1000% σε σχέση με το ποσό των αναδημοσιεύσεων των δηλώσεων της Clinton στην πλατφόρμα. Σε αυτές πρέπει να συνυπολογιστούν μάλιστα αυτά επιπλέον 2,12 εκατομμύρια tweets από ψεύτικους λογαριασμούς- bots- για θέματα που σχετίζονται με τις εκλογές. Τα tweets των ομιλιών του Trump λάμβαναν σχεδόν μισό δισεκατομμύριο εμφανίσεις σε διάστημα μόνο μίας εβδομάδας από την ανάρτηση τους. Αυτοί οι αριθμοί υποδεικνύουν ότι η ρητορική του νικητή υποψηφίου διαδόθηκε μαζικά και στρατηγικά από δραστηριότητες που υποστηρίζονταν από τη Ρωσία.
Μπορεί βέβαια να μην έχουμε ποτέ μια ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημα του πόσο καθοριστικός ήταν ο ρόλος της Ρωσίας στην εκλογή του Donald Trump στο αξίωμα του προέδρου των ΗΠΑ. Έτσι κι αλλιώς όμως πιο σημαντική πτυχή της παρέμβασης υπήρξε η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την επίτευξή της: η μίμηση Αμερικανών πολιτών κατά τη συμμετοχή στην πολιτική διαδικασία. Αυτή η μίμηση (impersonation) υπέδειξε την πιο επιβλαβή συνέπεια των ξένων παρεμβάσεων στις εκλογές, ένα αποτέλεσμα που έχει να κάνει λιγότερο με την εθνική κυριαρχία και περισσότερο με το συλλογικό δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Οι ξένες παρεμβάσεις, πλέον τόσο ευκολότερες λόγω της εκτεταμένης χρήσης των social media, αποτελούν παραβίαση των κανόνων συμμετοχής για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, δηλαδή της ιδέας ότι μόνο τα μέλη μιας πολιτείας πρέπει να συμμετέχουν στις εκλογές – όχι μόνο όσον αφορά την ψήφο αλλά και όσον αφορά τις οικονομικές συνεισφορές και άλλες μορφές εκλογικής συμμετοχής. Οι ξένοι είναι ελεύθεροι να εκφράζουν τις απόψεις τους, αλλά η συγκεκαλυμμένη προσποίηση και εκπροσώπηση τους ως “εσωτερικών” αποτελεί παραβίαση αυτών των πολιτικών κανόνων, οι οποίοι αποτελούν συστατικό στοιχείο της έννοιας της αυτοδιάθεσης, όπως και η συγκεκαλυμμένη διοχέτευση ξένων χρημάτων σε έναν υποψήφιο.
Το αύριο
Η ψηφιακή εποχή έχει εγκαινιάσει μια νέα εποχή προπαγάνδας και πληροφοριακού πολέμου, η οποία χαρακτηρίζεται από την ταχεία διάδοση της πληροφορίας, τον πολλαπλασιασμό των ψηφιακών πλατφορμών και την αυξανόμενη πολυπλοκότητα των τεχνικών προπαγάνδας. Ανάμεσα στις εκστρατείες παραπληροφόρησης που χρηματοδοτούνται από κράτη έως και την παραπληροφόρηση που διαδίδεται από κακόβουλους φορείς, το ψηφιακό τοπίο έχει μετατραπεί σε ένα πεδίο μάχης για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, τον επηρεασμό των πολιτικών αποτελεσμάτων και την υπονόμευση της εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς.
Η προπαγάνδα στην ψηφιακή εποχή τροφοδοτείται από προηγμένες τεχνολογίες, όπως οι αλγόριθμοι των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η ανάλυση δεδομένων και η τεχνητή νοημοσύνη, οι οποίες επιτρέπουν τη στοχευμένη αποστολή μηνυμάτων, τη μικρο-στόχευση του κοινού και την ενίσχυση του διχαστικού περιεχομένου. Τα εργαλεία αυτά έχουν αξιοποιηθεί τόσο από κρατικούς όσο και από μη κρατικούς φορείς για τη χειραγώγηση των αφηγήσεων, την εκμετάλλευση των γνωστικών προκαταλήψεων και την πόλωση των διαδικτυακών κοινοτήτων, θέτοντας σημαντικές προκλήσεις για την ακεραιότητα του δημόσιου λόγου και των δημοκρατικών διαδικασιών.
Η ανάγκη συνεργασίας ανάμεσα στους διεθνείς φορείς για την ανάπτυξη ισχυρών ρυθμιστικών πλαισίων και τεχνολογικών λύσεων για την αντιμετώπιση της προπαγάνδας προβάλλει παραπάνω από αναγκαία.
Πηγές:
- Chapter 6 – Media Warfare, Propaganda, and the Law of War from Cyber Warfare, Media Warfare, and Lawfare- Published online by Cambridge University Press: 20 June 2017 By Laurie R. Blank- Soft War The Ethics of Unarmed Conflict , pp. 88-103
- Friedman, U. (2016). Trust in Government Is Collapsing around the World. The Atlantic. Available at: https://www.theatlantic.com/international/archive/2016/07/trust-institutions-trump-brexit/489554/. Accessed 1 January 2020.
- Bjola, C., & Papadakis, K. (2020). Digital Propaganda, Counterpublics and the Disruption of the Public Sphere: The Finnish Approach to Building Digital Resilience. Cambridge Review of International Affairs. https://doi.org/10.1080/09557571.2019.1704221.
- The Weaponization of Information: The Need for Cognitive Security– Rand Waltzman/ CT-473 Testimony presented before the U.S. Senate Armed Services Committee, Subcommittee on Cybersecurity on April 27, 2017.
- Έρευνα: Τι πιστεύουν οι Έλληνες για τα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης της Τάνιας Γεωργοπούλου- Δημοσιεύτηκε στις 16.06.2023 στην ιστοσελίδα της Καθημερινής. 4. Information Warfare in the Age of Cyber Conflict Edited By Christopher Whyte, A. Trevor Thrall, Brian M. Mazane
- Alex Lubben, “Twitter’s Users Are 15 Percent Robot, but That’s Not Necessarily a Bad Thing,” VICE News, 12 March 2017,
https://news.vice.com/story/twitters-users-are-15-percent-robot-but-thats-not-necessa rily-a-bad-thing
- Malcolm Nance, The Plot to Hack America: How Putin’s Cyberspies and WikiLeaks Tried to Steal the 2016 Election (New York: Skyhorse Publishing, 2016), Kindle edition, 1,869
- Joanne Hinds, Emma J. Williams, Adam N. Joinson,“It wouldn’t happen to me”: Privacy concerns and perspectives following the Cambridge Analytica scandal, International Journal of Human-Computer Studies, Volume 14: https://doi.org/10.1016/j.ijhcs.2020.102498
- Kenneth Laudon/ Carol Guercio Traver “Ηλεκτρονικό Εμπόριο”
- https://reutersinstitute.politics.ox.ac.uk/digital-news-report/2024/greece
1 Τα στοιχεία για την Ελλάδα βασίζονται στις απαντήσεις δείγματος 2.023 ατόμων (χρόνος δημοσκόπησης: μέσα Ιανουαρίου – αρχές Φεβρουαρίου του 2024), τα οποία έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο (δηλαδή το 79% του πληθυσμού της Ελλάδας).
[1] Kenneth Laudon/ Carol Guercio Traver “Ηλεκτρονικό Εμπόριο”